- περιπτωσιαρχία
- Φιλοσοφική θεωρία, που μειώνει τον ενεργό και αιτιοκρατικό ρόλο του ανθρώπου και περιορίζει ολόκληρο το σύστημα των δημιουργικών αιτίων του κόσμου σε απλές “περιπτώσεις” επέμβασης του Θεού, στον οποίο ανάγει όλη την ικανότητα ενέργειας. Πρόκειται για ένα φιλοσοφικό ρεύμα τυπικό της καρτεσιανής σχολαστικής, τόσο στη Γαλλία με τους Κορντεμουά, Ντελαφόρζ και κυρίως με το Μαλμπράνς, όσο και στις Κάτω Χώρες με τον Κλάουμπεργκ και τον Γκέλινξ. Έναν πρόδρομο της σχολής αυτής, έστω και από διαφορετικό δρόμο, μπορούμε να βρούμε στη μεσαιωνική σκέψη με τους Μουτακαλιμούν, μουσουλμάνους θεολόγους, που, κυρίως στην πιο ορθόδοξη τάση τους, των Ασχαριτών, είχαν διατυπώσει από τις αρχές του 10ου αι. πλήρες περιπτωσιαρχικό σύστημα. Ο Θωμάς ο Ακινάτης λέει γι’ αυτούς ότι δεν παραδέχονταν το πέρασμα των “συμβάντων” (π.χ. του χρώματος, της θερμότητας, του ήχου κλπ.) από τη μια πραγματικότητα στην άλλη και ότι, επομένως, υποστήριζαν πως ήταν αδύνατη η αλληλεπίδραση μεταξύ των σωμάτων, “έτσι που θεωρούν αδύνατο το πέρασμα της θερμότητας από το θερμό σώμα στο θερμαινόμενο από αυτό, κι έτσι υποστηρίζουν πως τα συμβάντα αυτά προκαλούνται από το Θεό”. Mε αυτούς συγγένευε ο Αβισεμπρόν (Ιμπν Γκεμπιρόλ) που υποστήριζε πως “κανένα σώμα δεν είναι ενεργό”. Αν και ο όρος π. γεννήθηκε από τη μεσαιωνική σχολαστική, που ονομάζει περιπτωσιακή αιτία την “έμμεση αιτία”, η γνήσια π. είναι τυπικός καρπός της καρτεσιανής σχολαστικής που έχει την αρχή του στην προσπάθεια να λυθεί το πρόβλημα που άφησε άλυτο ο Ντεκάρτ, του δυϊσμού μεταξύ της res cogitans και της res extensa. Ο Γκέλινξ θέτει το πρόβλημα στο κέντρο της φιλοσοφίας του, αν και του έδωσε σαφή μορφή: περιορίστηκε μάλλον σε μερικά παραδείγματα, όπως το παράδειγμα του νηπίου, που με το κλάμα του κάνει τη μητέρα του να το νανουρίσει στην κούνια. Το περιπτωσιαρχικό θέμα όμως προβάλλεται συστηματικά από τον Μαλμπράνς. “Τα σώματα –λέγει– δεν μπορούν να κινηθούν το ένα από το άλλο και η σύγκρουσή τους είναι μόνο “περιπτωσιακή αιτία” της κατανομής της κινήσεως τους”. Και ακόμα: “(ο Θεός) θέλησε να κινηθεί το χέρι μου στη στιγμή που εγώ το θέλω”. Ο Λάιμπνιτς πολέμησε την π. υποστηρίζοντας ότι τα αποδίδει όλα στο θαύμα και, θεωρώντας την ασεβή απέναντι στον Θεό, στον οποίο καταλήγει να αποδίδει τις αμαρτίες, την αντικατέστησε με την προκαθορισμένη αρμονία. Μια θεολογική ποικιλία της π. είναι η θεωρία της θείας προαίρεσης, κατά την οποία ο Θεός είναι ουσιαστικά απόλυτος άρχοντας των γεγονότων, χωρίς κανένα περιορισμό.
Dictionary of Greek. 2013.